ΟΜΙΛΙΑ ΣΕΒ. ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ  κ. ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΚΑΙ ΗΡΩΩΝ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ 

Ελληνικά English

 

 

                     ΟΜΙΛΙΑ ΣΕΒ. ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ  κ. ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΥ                       

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

                             ΚΑΙ ΗΡΩΩΝ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ         

(Θεσσαλονίκη, 28/1/2024)

( Π Ρ Ο Σ Φ Ω Ν Η Σ Ε Ι Σ )

Θα ήθελα, πρώτα απ’ όλα, να ευχαριστήσω θερμά το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο Ελλάδος και τον Πρόεδρό του κ. Δαυίδ Σαλτιέλ για την πρόσκλησή τους να συμμετάσχω ως κεντρικός ομιλητής στην αποψινή εκδήλωση μνήμης των Ελλήνων Εβραίων μαρτύρων και ηρώων του Ολοκαυτώματος. Οι σχέσεις της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής με το εβραϊκό στοιχείο της Νέας Υόρκης και των Ηνωμένων Πολιτειών εν γένει είναι ιστορικές, αδελφικές και βαθύτατα ριζωμένες στην κοινή πνευματική μας παράδοση. Επιτρέψτε μου, επίσης, να εκφράσω τις εγκάρδιες και ειλικρινείς ευχαριστίες μου και προς την ιστορική Ισραηλιτική Κοινότητα της Θεσσαλονίκης για την τιμητική απόφασή της να με ανακηρύξει επίτιμο μέλος της.

Γνωρίζω πολύ καλά την ιδιαίτερη θέση που κατέχει η πόλη της Θεσσαλονίκης, η “Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων”, στη συλλογική μνήμη των Εβραίων, ιδίως μετά το 1492, χρονιά κατά την οποία οι βασιλείς της Ισπανίας Φερδινάνδος και Ισαβέλλα επέβαλαν σε όλους τους Εβραίους να ασπαστούν τον χριστιανισμό ή να εγκαταλείψουν άμεσα τη χώρα. Υπολογίζεται ότι πάνω από 250.000 πήραν τότε τον δρόμο της εξορίας και περίπου 20.000 εξ αυτών εγκαταστάθηκαν στην πόλη της Θεσσαλονίκης, συγκροτώντας μια σημαντική και ταχέως αναπτυσσόμενη εβραϊκή Κοινότητα.

Γνωρίζω, όμως, και τον βαρύτατο φόρο αίματος που κατέβαλε η Ισραηλιτική Κοινότητα της πόλης κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής, καθώς από τους 50.000 σχεδόν Θεσσαλονικείς Εβραίους που μεταφέρθηκαν στα κολαστήρια του θανάτου, μόνο το 4% περίπου επέστρεψε. Γνωρίζω, επίσης, ότι στο Ισραηλιτικό Κοιμητήριο της Θεσσαλονίκης βρίσκονται ενταφιασμένα τα οστά ενός ήρωα, Εβραίου στο θρήσκευμα συμπατριώτη μας, του συνταγματάρχη Μαρδοχαίου Φριζή, ο οποίος όχι μόνο διακρίθηκε κατά τους βαλκανικούς πολέμους και τη μικρασιατική εκστρατεία, αλλά υπήρξε και ένας από τους πρώτους ανώτερους αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού που έπεσαν στο αλβανικό μέτωπο, υπερασπιζόμενοι την ελευθερία, την ακεραιότητα και την αξιοπρέπεια της πατρίδας μας.

Γνωρίζω, τέλος, το πολυπολιτισμικό παρελθόν αυτής της πόλης, στην οποία ζούσαν αρμονικά και ειρηνικά επί αιώνες άνθρωποι από διαφορετικές θρησκευτικές και πολιτιστικές παραδόσεις (Ορθόδοξοι, Αρμένιοι, Εβραίοι, Μουσουλμάνοι). Για όλους αυτούς τους λόγους, αισθάνομαι ιδιαίτερη συγκίνηση, ευρισκόμενος απόψε εδώ στον φιλόξενο και γνώριμο για μένα χώρο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στη Θεολογική Σχολή του οποίου διδάχθηκα και δίδαξα την ορθόδοξη θεολογία των ανοιχτών οριζόντων, της εξωστρέφειας, του διαλόγου και του σεβασμού της κάθε είδους ετερότητας.

Στην καρδιά της αποψινής συνάντησής μας, κυρίες και κύριοι, βρίσκεται η έννοια της μνήμης, η οποία έχει έναν λυτρωτικό χαρακτήρα, καθώς λειτουργεί ως δύναμη αντίστασης στη συντριπτική κυριαρχία του χρόνου. Η μνήμη αποτελεί το θεμέλιο της ιστορίας. Όλη η ιστορική γνώση δεν είναι παρά μία ανάμνηση. Δίχως τη μνήμη δεν θα υπήρχε ιστορία. Άλλωστε, η έννοια της μνήμης, δηλαδή της ανάμνησης της σωτηριώδους παρέμβασης και παρουσίας του Θεού μέσα στην ιστορία, είναι βαθιά ριζωμένη τόσο στη χριστιανική όσο και στην ιουδαϊκή πίστη.  

Από την άλλη πλευρά, η μνήμη του Ολοκαυτώματος των 6 εκατομμυρίων αθώων ψυχών είναι η μνήμη του απόλυτου κακού. Όπως είχα την ευκαιρία να τονίσω κατά την επίσκεψή μου στο Yad Vashem, το Παγκόσμιο Κέντρο για το Ολοκαύτωμα στην Ιερουσαλήμ, στις 5 Δεκεμβρίου 2022,  “η διατήρηση της μνήμης ήταν, είναι και θα είναι πράξη αντίστασης απέναντι στη βαρβαρότητα και τη βαναυσότητα του αντισημιτισμού του παρελθόντος και του μέλλοντος”. Η shoah λίγο έλειψε να εξαφανίσει το εβραϊκό γένος, αλλά η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1948 κατέστησε τους Εβραίους και πάλι ενεργό και σφριγηλό σύνολο της παγκόσμιας κοινότητας. Η άρνηση του Ολοκαυτώματος δεν αποτελεί απλώς μία επιστημονική διαφωνία, αλλά συνιστά μία στρατευμένη άρνηση της ιστορίας και μία στοχευμένη διαστροφή της πραγματικότητας. Πρόσφατη, μάλιστα, απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι η άρνηση του Ολοκαυτώματος δεν προστατεύεται από το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που αναφέρεται στην ελευθερία της έκφρασης[1]. Αυτή την ασύλληπτη για τον ανθρώπινο νου θηριωδία φιλοδοξεί να καταγράψει και αυτή την απελευθερωτική και παιδαγωγική λειτουργία της ιστορικής μνήμης πρόκειται να υπηρετήσει και το σχεδιαζόμενο Μουσείο Ολοκαυτώματος Ελλάδος εδώ στη Θεσσαλονίκη. “Εναι εθύνη μας νά μήν ξεχάσουμε, στε κάτι παρόμοιο νά μήν παναληφθε· εναι ποχρέωσή μας νά τό παραδεχθομε, στε νθρωπότητα νά μήν ποχρεωθε νά τό ξαναζήσει, υπογραμμίζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος[2]. Χαίρω ιδιαίτερα, διότι μετά την πρόσφατη έκδοση της οικοδομικής άδειας ανέγερσης και με την υλική και ηθική συμπαράσταση της Ελληνικής Κυβέρνησης, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», καθώς και του Δρος Άλμπερτ Μπουρλά δια του Genesis Prize Foundation θα είμαστε σε θέση σύντομα να χαρούμε τα εγκαίνια ενός τόσο σημαντικού έργου για την ιστορία των συμπατριωτών μας Εβραίων.

Στην κοινή μας πίστη, ο κόσμος δεν είναι καθ’ εαυτόν κακός. Είναι το “καλόν λίαν” δημιούργημα της αγάπης του Θεού. Ο κόσμος, όμως, μαστίζεται από τις δυνάμεις του κακού που φωλιάζουν μέσα στην ανθρώπινη ιστορία. Υπάρχουν σήμερα πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις σε ευρωπαϊκό, αλλά και διεθνές επίπεδο, οι οποίες εκμεταλλευόμενες την παγκόσμια ύφεση, τη λαϊκή δυσανεξία προς τις πολιτικές ελίτ σε συνδυασμό με το φαινόμενο της “μεταδημοκρατίας”, το οξύ μεταναστευτικό ζήτημα και την αδυναμία των χωρών να συγκροτήσουν σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο συνεκτικές πολιτικές για τη μετανάστευση αναπτύσσουν μία ακραία ρητορική, φλερτάροντας ανοιχτά με ιδεολογίες, οι οποίες σχετίζονται με τις πιο μαύρες σελίδες της πρόσφατης ιστορικής εμπειρίας.

Ταυτόχρονα, γινόμαστε όλοι μάρτυρες μιας ανησυχητικής έξαρσης του αντισημιτισμού διεθνώς. Ο αντισημιτισμός γίνεται ένα εύκολο και απλό ερμηνευτικό σχήμα σχεδόν για τα πάντα: από τις πολιτικές κρίσεις και τις οικονομικές αναταράξεις μέχρι τις φυσικές καταστροφές και την πρόσφατη παγκόσμια υγειονομική κρίση. Στη συνείδηση ορισμένων, ο πολύπλοκος και εν πολλοίς αντιφατικός κόσμος μας αποκτά μέσω του αντισημιτισμού συνοχή και νόημα. Ο αντισημιτισμός γίνεται ένας αποτελεσματικός μηχανισμός εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας, ιδίως σε περιόδους και συνθήκες κρίσης. Το επιχείρημα του “θεοκτόνου λαού” που φταίει περίπου για τα πάντα είναι ένα βολικό επιχείρημα για να επιρρίπτουμε αλλού τις ευθύνες και να μην αναλαμβάνουμε εμείς οι ίδιοι το κόστος των δικών μας επιλογών. Έχουμε ποτέ αναρωτηθεί πόσοι από μας γινόμαστε “θεοκτόνοι” με τον απύθμενο εγωισμό μας, την ακόρεστη απληστία μας, την αθεράπευτη υποκρισία μας, την ασυγκράτητη  αρχομανία μας και την προκλητική αδιαφορία μας για τους πάσχοντες, τους αναγκεμένους, τους αδικημένους, τους περιθωριοποιημένους αδελφούς μας, με τους οποίους ο Κύριός μας όχι απλώς παρομοίασε, αλλά ταύτισε τον εαυτό Του (πρβλ. Ματθ. 25, 35–40);

Το πιο κρίσιμο, όμως, αλλά και πιο αποκαρδιωτικό ζήτημα είναι η εργαλειακή χρήση του αντισημιτισμού από θρησκευτικούς και εκκλησιαστικούς αξιωματούχους. Δεν έχω την πρόθεση να εξαιρέσω κανέναν. Το λάδι της θρησκείας στην περίπτωση αυτή, αντί να επουλώνει τις πληγές, αναζωπυρώνει τη φωτιά. Είναι ανάγκη να το πούμε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο. Ο αντισημιτισμός δεν αποτελεί απλώς “προσβολή στην κοινή λογική”, όπως έγραψε πολύ σωστά η Χάννα Άρεντ[3], αλλά συνιστά στίγμα για τον πολιτισμό μας. Για τον λόγο αυτό, οι χριστιανικές Εκκλησίες και Ομολογίες της ευρωπαϊκής ηπείρου, εκπροσωπούμενες από το Συμβούλιο Ευρωπαϊκών Εκκλησιών και το Συμβούλιο των Ρωμαιοκαθολικών Επισκοπικών Διασκέψεων, στην Οικουμενική Χάρτα που από κοινού υπέγραψαν το 2001, καταδικάζουν ρητά και απερίφραστα τον αντισημιτισμό, ζητούν τη συγχώρεση του Θεού για τα χριστιανικά κρούσματα αντισημιτισμού και επαναβεβαιώνουν την αταλάντευτη προσήλωσή τους στην καταλλαγή και τη συμφιλίωση με τον Ιουδαϊσμό (§ 10).

Πρέπει να είμαστε θαρραλέοι και ειλικρινείς. Το κακό έχει όνομα, ταυτότητα και ιστορία και λέγεται φασισμός και ναζισμός. Πρόκειται για τις ιδεολογίες εκείνες, που αιματοκύλισαν την Ευρώπη και τον κόσμο και που ουδεμία σχέση μπορούν να έχουν με τη χριστιανική θεολογία όσο κι αν ορισμένοι επιχειρούν να ενδύσουν με χριστιανικό μανδύα τις ακραίες ιδεολογικές τους φαντασιώσεις. Θέτουν εαυτούς εκτός του ιερού περιβόλου της Εκκλησίας όσοι διανοούνται να συσχετίσουν τον χριστιανισμό και δη την Ορθοδοξία με τον φασισμό και τον εθνικοσοσιαλισμό, “το δόγμα της μνησικακίας”, όπως το χαρακτήρισε ο Ολλανδός συγγραφέας Μένο Τερ Μπράακ σε ένα από τα πιο δριμέα “κατηγορώ” απέναντι στο ειδεχθές αυτό καθεστώς. Ο θεμελιωτής της χριστιανικής πίστης Ιησούς Χριστός, η Παναγία μητέρα Του, οι πρώτοι κομιστές του μηνύματος της χαράς Απόστολοι γεννήθηκαν στη γη της Παλαιστίνης, γη ευλογημένη από την πνευματική κληρονομιά των Πατριαρχών και των Προφητών του Ισραήλ.

Η οικουμενικότητα του μηνύματος του χριστιανισμού, ως συνέπεια της παγκοσμιότητας του απολυτρωτικού έργου του Χριστού και της διακηρυγμένης ενότητας του ανθρώπινου γένους (Πράξ. 17, 26 & 28: ποίησέ τε ξ νός αματος πν θνος νθρώπων…το γάρ καί γένος σμέν), βρίσκεται στον αντίποδα του θεμελιώδους δόγματος του εθνικοσοσιαλισμού σχετικά με την αξιολογική διάκριση των φυλών σε ανώτερες και κατώτερες, οι οποίες είτε είναι υποχρεωμένες να υπηρετούν τις πρώτες είτε δεν έχουν ακόμα και λόγο ύπαρξης. Η αξία του κάθε ανθρώπου, όμως, οφείλεται στην παραπεμπτικότητα και την αναφορικότητά του, δηλ. στο γεγονός ότι αποτελεί μία μοναδική, ζωντανή και ανεπανάληπτη εικόνα του Θεού και όχι στο γεγονός ότι προσδιορίζεται από την υπεροχική θέση της φυλής, την καθαρότητα του αίματος, την ανωτερότητα του πολιτισμού ή την αδιαμφισβήτητη αυτοχθονία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία διαθέτει μία πολύτιμη πνευματική παρακαταθήκη. Η εν Κωνσταντινουπόλει το έτος 1872 συγκληθείσα Τοπική Σύνοδος χαρακτηρίζει τον φυλετισμό ως “καινή δόξα” και γι’ αυτό τον καταδικάζει ρητά ως ετεροδιδασκαλία, αντικείμενη προς τη διδασκαλία του Ευαγγελίου και των Πατέρων της Εκκλησίας και ξένη προς το χριστιανικό ορθόδοξο ήθος.

Αποτελούν για μας σημεία αναφοράς και φωτεινοί οδοδείκτες τα παραδείγματα σπουδαίων Ιεραρχών, οι οποίοι ακόμα και με κίνδυνο της ζωής τους στάθηκαν αταλάντευτα στο πλευρό των καταδιωκόμενων Εβραίων αδελφών μας εδώ στην Ελλάδα. Ύψωσαν φωνή διαμαρτυρίας για τις άδικες εκτοπίσεις και τις απάνθρωπες θανατώσεις, στήριξαν υλικά και ηθικά, φυγάδευσαν, προστάτευσαν, παρηγόρησαν. Μορφές όπως ο Αθηνών Δαμασκηνός, ο Ζακύνθου Χρυσόστομος, ο Θεσσαλονίκης Γεννάδιος, ο Δημητριάδος Ιωακείμ και άλλοι έδωσαν τη μαρτυρία της ελεύθερης και γνήσιας χριστιανικής συνείδησης. Ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης σημειώνει, εν προκειμένω: ταν, ς πιστοί, ποτυγχάνουμε νά ρθρώσουμε λόγο νώπιον τς διαλλαξίας καί τν βασανιστηρίων, τότε οτε νθρωποι εμαστε οτε θρησκεία χουμε. Καί σφαλς δέν εμαστε λεύθεροι! ταν, παρότι πιστοί, νεχόμαστε σιωπηλά τήν προκατάληψη καί τίς διακρίσεις ες βάρος τν λλων, τότε στό πρόσωπό τους δέν ναγνωρίζουμε τήν εκόνα το Θεο[4].

Στο σημείο αυτό πρέπει να κάνουμε ένα θαρραλέο βήμα αυτοκριτικής. Το κάνει ήδη το κείμενο του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το κοινωνικό ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που είδε το φως της δημοσιότητας το 2020. Μνημονεύονται εκεί οι περιπτώσεις φιλαδελφίας και συναντίληψης των ορθοδόξων προς τους δεινότατα χειμασθέντες Εβραίους αδελφούς μας καθ’ όλη τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, γεγονός που αναγνωρίστηκε με την απόδοση σε αυτούς του τίτλου του “Δικαίου των Εθνών”. Ταυτόχρονα, όμως, υπογραμμίζεται ότι λλα θνη στορικά ρθόδοξα, μφανίζουν σκοτεινές πτυχές ντισημιτικς βίας καί καταπίεσης” (§ 57). Για τις ατομικές ή συλλογικές αστοχίες, παραλείψεις ή και εγκλήματα, η Ορθόδοξη Εκκλησία νιώθει την ανάγκη να ζητήσει την ευσπλαχνία του Θεού και να εμβαθύνει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της με τη μεγάλη παράδοση του Ιουδαϊσμού.

Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που συγκλήθηκε στην Κρήτη το 2016, τόνισε επανειλημμένα αφενός ότι ο φονταμενταλισμός δεν ανήκει στην ουσία του θρησκευτικού φαινομένου και αποτελεί έκφραση νοσηρής θρησκευτικότητας και αφετέρου ότι ο ειλικρινής και νηφάλιος διάλογος μεταξύ των θρησκειών συμβάλλει αποφασιστικά στην προώθηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και της παγκόσμιας ειρήνης. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο υπήρξε πάντοτε πρωτοπόρο όχι μόνο στις διαχριστιανικές, αλλά και στις διαθρησκειακές σχέσεις, καλλιεργώντας συστηματικά και με συνέπεια τον Ακαδημαϊκό Διάλογο τόσο με τη θρησκευτική παράδοση του Ιουδαϊσμού όσο και με εκείνη του Ισλάμ. Ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης, ο μακροβιότερος Πατριάρχης στην ιστορία του θεσμού, υπήρξε και παραμένει ο Πατριάρχης του διαλόγου, της καταλλαγής και της συμφιλίωσης. Τον Μάιο του 2019 ηγήθηκε της 31ης «Πορείας των Ζώντων», αφιερωμένης στα 6 εκατομμύρια Εβραίων που εξοντώθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. “Τό ουσβιτς θά παραμένει πάντα να σύμβολο τς ρίζας το κακο, πόδειξη τς καταστροφς καί τς βίας τς ποίας νθρωπος εναι σέ θέση, ταν πέφτει θύμα στή ρητορική το μίσους να ξουδετερώσει κάθε δημιουργική δύναμη” ανέφερε, μεταξύ άλλων, στην ομιλία του ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος.

Κυρίες και κύριοι,

Με τη βαθιά πεποίθηση ότι ο αντιιουδαϊσμός είναι στην πραγματικότητα μία άλλη ονομασία για τον αντιχριστιανισμό, θα ήθελα να μου επιτρέψετε να κλείσω την αποψινή μου ομιλία, δανειζόμενος τους λόγους του σπουδαίου Γάλλου συγγραφέα Ζαν–Πωλ Σάρτρ: μαρος συγγραφέας Ρίτσαρντ Ράιτ (Richard Wright) λεγε πρίν πό λίγο καιρό: «δέν πάρχει μαρο πρόβλημα στίς νωμένες Πολιτεες, πάρχει λευκό πρόβλημα». Καί μες θά πομε μοίως πώς ντισημιτισμός δέν εναι βραϊκό πρόβλημα: εναι δικό μας πρόβλημα…Δέν εναι ο βραοι ατοί πού πρέπει πρτοι νά σχηματίσουν μιά γωνιστική νωση νάντια στόν ντισημιτισμό, λλά μες”[5].

 

[1] Χρονικά αρ. φ. 252/2019, σ. 2.

[2] Οκ. Πατριάρχου Βαρθολομαίου, Συνάντηση μέ τό Μυστήριο (Μια σύγχρονη νάγνωση τς ρθοδοξίας), μτφρ. Π. Τσαλίκη–Κιοσόγλου, κδ. κρίτας, θήνα 2012, σ. 176.

[3] Χ. Άρεντ, Οι απαρχές του ολοκληρωτισμού (Α΄ μέρος: Αντισημιτισμός), μτφρ. Β. Τομανά, εκδ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2017, σ. 23.

[4] Οκ. Πατριάρχου Βαρθολομαίου, Συνάντηση μέ τό Μυστήριο…, ό.π., σσ. 177–178.

[5] Ζαν–Πωλ Σάρτρ, Στοχασμοί γιά τό βραϊκό ζήτημα, μτφρ. θ. Σαμαρτζ, κδ. στίας, θήνα 2006, σ. 174.

Archbishop News